ΣτΕ Ολομ. 1527-9/2023
Πρόεδρος: Ε. Σαρπ, Πρόεδρος ΣτΕ
Εισηγητής: Β. Ραφτοπούλου, Σύμβουλος
Με τις διατάξεις των περιπτώσεων 13-36 της υποπαρ. Γ.1 της παρ. Γ του άρθρου πρώτου του νόμου 4093/2012 επήλθαν μειώσεις σε όλα τα χαρακτηρισθέντα από τον νομοθέτη ως «ειδικά μισθολόγια». Ειδικότερα, με την περίπτωση 1 της υποπαραγράφου Γ.1 καταργήθηκαν από 1.1.2013 όλα τα επιδόματα εορτών και αδείας, ενώ με την περίπτωση 22 τροποποιήθηκε το άρθρο 38 του ν. 3205/2003 και επήλθαν περαιτέρω μειώσεις (πέραν των προβλεπόμενων στους ν. 3833/2010, 3845/2010, 3896/2011, 4002/2011) στις αποδοχές των ερευνητών.
Ο νομοθέτης, εκτιμώντας τις εκάστοτε επικρατούσες οικονομικοκοινωνικές συνθήκες και τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας, δύναται, καταρχήν, να προβαίνει σε αναμόρφωση του μισθολογίου των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων εισάγοντας νέες ρυθμίσεις, η συνταγματικότητα των οποίων υπόκειται σε έλεγχο ορίων εκ μέρους του δικαστή (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 4741, 3404, 3406, 3177, 2192-2196/2014, 668/2012, ΣτΕ 1031/2015, 1372-1373/2012, 2672/2009 κ.ά.). Η αντίληψη αυτή περί των περιθωρίων εκτίμησης που απολαμβάνει ο εθνικός νομοθέτης σε ζητήματα δημοσιονομικής πολιτικής υιοθετείται και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Δ.Δ.Α. απόφαση της 19.4.2007, Eskelinen κατά Φιλανδίας, απόφαση της 20.3.2012, Panfile κατά Ρουμανίας, ΣτΕ Ολομέλεια 2192-6, 3177, 3404, 3406/2014 πρβλ. και ΣτΕ 3616, 3502, 3151/2008), εκτός αν συντρέχει περίπτωση διακινδύνευσης της αξιοπρεπούς διαβίωσης του προσφεύγοντος (ΣτΕ Ολομέλεια 668 και 1283/2012). Με τις διατάξεις των περιπτώσεων 13-37 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, ο νομοθέτης, αφού διαπίστωσε ότι η οικονομική ύφεση συνεχίζεται θέσπισε την περαιτέρω μείωση των αποδοχών των μισθοδοτούμενων από το δημόσιο βάσει «ειδικών μισθολογίων» υπαλλήλων και λειτουργών. Μολονότι καθένα από τα ως άνω «ειδικά μισθολόγια» αφορούσε διαφορετική κατηγορία λειτουργών ή υπαλλήλων, με απολύτως διακεκριμένα καθήκοντα και αποστολή, καθώς και διαφορετικά τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, ο νομοθέτης τα αντιμετώπισε, συλλήβδην, ως ένα ενιαίο οικονομικό μέγεθος, το οποίο έπρεπε, υπολογιζόμενο ως σύνολο, να μειωθεί κατά ποσοστό 10% στο πλαίσιο της επιχειρούμενης μείωσης του δημοσιονομικού ελλείμματος και του δημοσίου χρέους. Με βάση το εξισωτικό αυτό κριτήριο θεσπίσθηκαν μεγαλύτερα ποσοστά μείωσης (άνω δηλαδή του 10%, το οποίο εκλήφθηκε ως μέσος όρος για τις μειώσεις σε όλα τα μισθολόγια) στα μισθολόγια, στα οποία το ύψος των αποδοχών ήταν γενικώς μαθηματικώς υψηλότερο, και μικρότερα ποσοστά σε εκείνα, στα οποία το ύψος των αποδοχών ήταν μαθηματικώς χαμηλότερο, εντός δε του ίδιου μισθολογίου μείωσε κατά μεγαλύτερο ποσοστό τις αποδοχές των κατεχόντων τους ανώτερους και ανώτατους βαθμούς λειτουργών και υπαλλήλων (ΣτΕ 4741/2014 Ολομ., 479-481/2018, πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 2192-2196/2014). Κατά συνέπεια, επιβλήθηκαν νέες μειώσεις στους βασικούς μισθούς των ερευνητών, επί τη βάσει του βασικού μισθού του Ερευνητή Δ΄, καθώς και στα ποσοστά αναπλήρωσης των βασικών μισθών των ερευνητών άλλων βαθμίδων, αλλά και στα επιδόματα των περιπτώσεων β, γ και ε του άρθρου 38 παρ. 3 του ν. 3205/2003, κατ’ εφαρμογή του αμιγώς αριθμητικού αυτού κριτηρίου. Τα δικαστήρια δύνανται και οφείλουν, χωρίς να υπεισέλθουν στην έρευνα της σκοπιμότητας των επιλογών του νομοθέτη να ερευνήσουν το αμιγώς νομικό ζήτημα, αν ελήφθη υπ’ όψιν η υποχρέωση για ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση των ερευνητών, η οποία απορρέει από το άρθρο 16 του Συντάγματος, καθώς και η συνταγματική αρχή της ισότητας, υπό τη δεύτερη όψη της, δηλαδή της υποχρέωσης του νομοθέτη να μη μεταχειρίζεται με όμοιο τρόπο άνισες καταστάσεις. Όμως, ούτε από τις προπαρασκευαστικές εργασίες ψήφισης του ν. 4093/2012 ούτε από το κείμενο του εγκριθέντος με τον νόμο αυτό Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 ούτε, τέλος, από το κείμενο του εγκριθέντος με τον ν. 4046/2012 Μνημονίου Συνεννόησης προκύπτει ότι, κατά τον προσδιορισμό του ύψους των περικοπών με τις διατάξεις του ν. 4093/2012 (περίπτωση 22, υποπαράγραφος Γ.1, παράγραφος Γ, άρθρου πρώτου ν. 4093/2012) στο μισθολόγιο των ερευνητών, ελήφθησαν υπόψη, πέραν του ανωτέρω καθαρώς αριθμητικού και, ως εκ τούτου, προδήλως απρόσφορου κριτηρίου, της επίτευξης δηλαδή συγκεκριμένης μεσοσταθμικής μείωσης του μισθολογικού κόστους του Δημοσίου, τα παρατεθέντα αμέσως ανωτέρω στοιχεία. Δεν εξετάσθηκε, επίσης, αν οι αποδοχές των ερευνητών παραμένουν, και μετά τις νέες μειώσεις, επαρκείς για την αντιμετώπιση του κόστους αξιοπρεπούς διαβίωσής τους και ανάλογες της αποστολής τους. Κατά συνέπεια, με τα δεδομένα που ίσχυαν κατά τον χρόνο δημοσίευσης του ν. 4093/2012, οι συγκεκριμένες μειώσεις των αποδοχών των ερευνητών, συνυπολογιζόμενες με την πλήρη κατάργηση των επιδομάτων εορτών και αδείας και τις προηγούμενες μειώσεις που επιβλήθηκαν διαδοχικά επί των πάσης φύσεως επιδομάτων, αποζημιώσεων και πρόσθετων αμοιβών, καθώς και άλλες μειώσεις του εισοδήματός τους με άλλα νομοθετήματα της περιόδου της κρίσης υπερβαίνουν, λόγω του σωρευτικού τους αποτελέσματος και της έκτασής τους, το όριο που θέτουν οι συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη. Ενόψει τούτων, το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι οι διατάξεις της περίπτωσης 22 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, με τις οποίες προβλέπονται νέες μειώσεις των αποδοχών των ερευνητών καθώς και οι διατάξεις της 2/83408/0022/14.11.2012 απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, με τις οποίες οι μειώσεις αυτές επιβλήθηκαν αναδρομικά από 1.8.2012, αντίκεινται στο άρθρο 16 του Συντάγματος και στην απορρέουσα από αυτό αρχή της «ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισής» τους, καθώς και προς τις αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη (άρθρα 25 παρ. 1 και 4 παρ. 5 του Συντάγματος). Αντίθετη μειοψηφία.
Χρονικό σημείο επέλευσης των αποτελεσμάτων της διαγνωσθείσας αντισυνταγματικότητας ο χρόνος δημοσίευσης των αποφάσεων. Αναδρομικότητα για τους ενάγοντες και τους ασκήσαντες ένδικα βοηθήματα ή μέσα μέχρι το χρόνο δημοσίευσης των αποφάσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου