Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2016

33/2015 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κοζάνης





Αριθμός 33/2015

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΣΕ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
__________________

           Σήμερα στις 4 Νοεμβρίου 2015, ημέρα Τετάρτη και ώρα 17.00 συνήλθε στο κατάστημα του Συμβουλίου της Επικρατείας και στην αίθουσα συνεδριάσεων της Ολομέλειας αποτελούμενο από τα μέλη του: Νικ. Σακελλαρίου, Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, Πρόεδρο, Αθ. Ράντο, Ε. Σαρπ, Ν. Μαρκουλάκη, Μ. Καραμανώφ, Αικ. Σακελλαροπούλου, Ι. Γράβαρη, Αντιπροέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας και τους Συμβούλους Γ. Παπαγεωργίου, Ι. Μαντζουράνη, Αικ. Χριστοφορίδου, Δ. Αλεξανδρή, Μ. - Ελ. Κωνσταντινίδου, Α. – Γ. Βώρο, Π. Ευστρατίου, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Νίκα, Ε. Αντωνόπουλο, Σπ. Μαρκάτη, Π. Καρλή, Α. Ντέμσια, Φ. Ντζίμα, Σπ. Χρυσικοπούλου, Μ. Παπαδοπούλου, Δ. Κυριλλόπουλο, Α. Καλογεροπούλου, Ε. Κουσιουρή, Ο. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Κουσούλη, Κ. Φιλοπούλου, Θ. Αραβάνη, Κ. Πισπιρίγκο, Α. Χλαμπέα, Τ. Κόμβου, Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή, Π. Μπραΐμη, Π. Χαμάκο, Ηλ. Μάζο, Α. - Μ. Παπαδημητρίου, Χρ. Ντουχάνη, Β. Κίντζιου, Θ. Τζοβαρίδου, Ε. Παπαδημητρίου, Κ. Νικολάου, Β. Πλαπούτα, Δ. Εμμανουηλίδη, Ο. Παπαδοπούλου, Μ. Σωτηροπούλου και Ι. Σύμπλη. Τα λοιπά μέλη, αν και προσκλήθηκαν, δεν εμφανίσθηκαν, γιατί είχαν κώλυμα. Παρέστη επίσης η Γραμματέας Μ. Παπασαράντη, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Θέμα της συζήτησης, σύμφωνα με την πρόσκληση του Προέδρου, ήταν η έγκριση της 1/2015 αποφάσεως της Ολομέλειας του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κοζάνης.
           Το Συμβούλιο άκουσε την εισηγήτρια της υποθέσεως, Σύμβουλο Επικρατείας, Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή.
Σ κ έ φ θ η κ ε   κ α τ ά   τ ο   Ν ό μ ο
           1. Επειδή, κατά το στοιχ. Α΄ παρ. 1 του άρθρου 17 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1756/1988 (Α΄ 35), όπως ισχύει, «… κάθε δικαστήριο ή εισαγγελία … καταρτίζουν κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας, ο οποίος συμπληρώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, όταν επιβάλλεται από υπηρεσιακές ανάγκες», ενώ, κατά την παρ. 4 του αυτού στοιχείου και άρθρου, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 παρ. 1 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51) «4. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και ο Πρόεδρος του οικείου Συμβουλίου Επιθεώρησης έχουν δικαίωμα να ζητήσουν τη σύνταξη, συμπλήρωση, τροποποίηση ή αντικατάσταση κανονισμού, του οικείου δικαστηρίου και δικαιοδοτικού κλάδου». Τέλος, κατά την παρ. 7, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51), «7. Οι κανονισμοί και οι τροποποιήσεις τους υποβάλλονται αμέσως στις οικείες ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων, οι οποίες έχουν δικαίωμα συμπλήρωσης, τροποποίησης ή ακύρωσης αυτών, ως προς όλα τα σημεία και ειδικότερα ως προς τον αριθμό των δικασίμων και των υποθέσεων που προσδιορίζονται σε κάθε δικάσιμο. Οι κανονισμοί ισχύουν μόνο μετά την τελική έγκρισή τους από τις ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων και αφού διαβιβαστούν στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».
           2. Επειδή, με το Γ94/27.1.2015 έγγραφο της Διευθύνουσας Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κοζάνης είχε υποβληθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας προς έγκριση, δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων, η απόφαση 2/2014 της Ολομέλειας των Δικαστών του εν λόγω Διοικητικού Πρωτοδικείου, με την οποία επιχειρείτο η τροποποίηση των άρθρων 1, 2 (εδ. α΄ και β΄), 4 και 6 του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του ως άνω δικαστηρίου (4/1990, 4/1997 και 1/2003 αποφάσεις της Ολομέλειας των Δικαστών του ως άνω Πρωτοδικείου) που αφορούσαν τον αριθμό των τμημάτων του δικαστηρίου με τη δημιουργία δεύτερου (Β΄) τμήματος συνεδριάσεως, τον αριθμό των δικασίμων κύριας και μεταβατικών εδρών για καθένα από τα δυο τμήματα του δικαστηρίου, τις ημέρες και ώρες συνεδριάσεως αυτών, τον αριθμό δικασίμων πριν τις θερινές διακοπές και πριν και μετά τις διακοπές Χριστουγέννων και Πάσχα και την απόφαση της Ολομέλειας για τα τμήματα διακοπών. Με την ίδια ως άνω απόφαση αναβλήθηκε η συζήτηση και η λήψη αποφάσεως επί του θέματος της τροποποιήσεως του ισχύοντος κανονισμού όσον αφορά τον προσδιορισμό και τη χρέωση υποθέσεων ανά δικαστή, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις που είχαν προταθεί με το 3594/22.10.2014 υπόμνημα της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, ενόψει και του γεγονότος της καταργήσεως της μεταβατικής έδρας των Γρεβενών με το άρθρο 39 παρ. 1 περ. στ΄ του ν. 4274/2014, και ορίσθηκε νέα ημερομηνία συγκλήσεως της Ολομέλειας των δικαστών του ως άνω Πρωτοδικείου για το θέμα αυτό στις 24.4.2015. Επί της υποβληθείσης προς έγκριση αποφάσεως εξεδόθη η 12/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου Επικρατείας σε Συμβούλιο, με την οποία ενεκρίθη η τροποποίηση του κανονισμού ως προς τις προταθείσες ρυθμίσεις των άρθρων 1, 2 (εδ. α΄ και β΄), 4 και 6 και αναβλήθηκε η λήψη αποφάσεως επί του θέματος της τροποποιήσεως του κανονισμού όσον αφορά τον προσδιορισμό και τη χρέωση υποθέσεων ανά δικαστή. Ήδη, με το 787/29.5.2015 έγγραφο της Προέδρου που διευθύνει το Διοικητικό Πρωτοδικείο Κοζάνης υποβλήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας η 1/2015 απόφαση της Ολομέλειας των Δικαστών του ως άνω Πρωτοδικείου, με την οποία επιχειρείται η τροποποίηση αποκλειστικώς του άρθρου 2 του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του εν λόγω δικαστηρίου. Κατόπιν δε της από 27.10.2015 προσκλήσεως του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας εισάγεται προς έγκριση η απόφαση αυτή.
           3. Επειδή, όπως έχει γίνει δεκτό (πρακτικά 10/2012, 12/2012, 5/2013, 6/2013, 8/2013, 21/2013, 3/2014, 6/2014, 15/2014, 16α/2014 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας σε Συμβούλιο), καθ’ ερμηνεία των διατάξεων που μνημονεύθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας σε Συμβούλιο, ελέγχοντας υποβαλλόμενο προς έγκριση κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας τακτικού διοικητικού δικαστηρίου, έχει την αρμοδιότητα, χωρίς να υποκαθίσταται στην κρίση των δικαστών της Ολομέλειας του οικείου δικαστηρίου, να ελέγχει κατά πόσο συγκεκριμένες ρυθμίσεις του κανονισμού, και ιδίως αυτές που συνάπτονται με το σκοπό της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας του δικαστηρίου από πλευράς ταχείας διεκπεραιώσεως των εισαγόμενων σ’ αυτό υποθέσεων, εξυπηρετούν τον εν λόγω σκοπό και να υποδεικνύει την προσθήκη σχετικών ρυθμίσεων. Εξάλλου, οι ανωτέρω διατάξεις δεν απονέμουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας γνωμοδοτική απλώς αρμοδιότητα. Είτε σε σχέση με τις ευθέως υποβαλλόμενες προς κρίση διατάξεις κανονισμού, είτε σε σχέση με άλλες διατάξεις του κανονισμού, για τις οποίες ειδικώς κρίνεται ότι, λόγω συναφείας, το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει αρμοδιότητα διατυπώσεως παρατηρήσεων, οι δε διατυπούμενες παρατηρήσεις είναι από τη φύση τους δεσμευτικές ως προς την υποδεικνυόμενη κατεύθυνση και το προτεινόμενο βασικό περιεχόμενο των προς θέσπιση ρυθμίσεων ή τροποποιήσεων.
           4. Επειδή, οι  προτεινόμενες ρυθμίσεις που αφορούν α) τον αριθμό των ανατιθέμενων υποθέσεων ανά δικάσιμο σε κάθε δικαστή, β) τον καθ’ υπέρβαση προσδιορισμό υποθέσεων σε επείγουσες περιπτώσεις, γ) τον καθ’ υπέρβαση προσδιορισμό ομοίων υποθέσεων ή υποθέσεων που θέτουν ζήτημα το οποίο έχει επιλυθεί αμετακλήτως και δ) τη χρέωση των παρέδρων δεν προκαλούν παρατηρήσεις και πρέπει να εγκριθούν. Η ρύθμιση όμως του προσδιορισμού των υποθέσεων που θα συνυπολογίζονται στον ελάχιστο αριθμό υποθέσεων που θα ανατίθεται σε κάθε δικαστή ετησίως θα πρέπει να συμπληρωθεί ώστε να συμπεριλάβει και τις αιτήσεις προσωρινής δικαστικής προστασίας κατά ποσοστό 50%, κατά μερική αποδοχή της διατυπούμενης στο 3594/22-10-2014 έγγραφο της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων ρυθμίσεως, η οποία έχει γίνει δεκτή επί ελέγχου και ετέρων κανονισμών (βλ. ενδ. πρακτικό Ολομέλειας σε Συμβ. 21/2013, 5/2015). Θα πρέπει όμως να προστεθεί στην τελευταία  αυτή ρύθμιση ότι δεν θα υπολογίζονται στον αριθμό των αιτήσεων προσωρινής δικαστικής προστασίας οι αποφάσεις επί των αιτήσεων αντιρρήσεων των υπηκόων τρίτης χώρας κατά των αποφάσεων κράτησης ή παράτασης της κράτησης (άρθρο 30 παρ. 2 και 3 του ν. 3907/2011), παρά μόνον εφόσον οι αποφάσεις αυτές υπερβαίνουν ανά έτος τον αριθμό 100, οπότε θα συνυπολογίζονται σε ποσοστό 5%. Περαιτέρω, η προτεινόμενη στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 ρύθμιση με την οποία προβλέπεται ότι «Κατά τον κατά τ’ ανωτέρω προσδιορισμό, λαμβάνεται υπόψη η εξέταση υποθέσεων-έκδοση αποφάσεων λόγω της συμμετοχής δικαστών σε πειθαρχικά συμβούλια κλπ ή λόγω διενέργειας Ε.Δ.Ε. ή προκαταρκτικής εξέτασης υπό την ιδιότητα των πειθαρχικών δικαστών των υπαλλήλων της γραμματείας του δικαστηρίου, καθώς και η περίπτωση που Πρωτοδίκης, για οποιονδήποτε λόγο, προεδρεύει πέραν της μιας δικασίμου» δεν εγκρίνεται και πρέπει να απαλειφθεί. Ομοίως θα πρέπει να απαλειφθεί και η ρύθμιση του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου αυτού, με την οποία προβλέπεται ότι: « Ο αριθμός των επιπλέον προσδιοριζόμενων προερχόμενων εκ των αναβολών συνεπεία αποχής δικηγόρων ή απεργίας υπαλλήλων, σε κάθε μεταγενέστερη δικάσιμο, υποθέσεων ανά Πρωτοδίκη δεν υπερβαίνει το 50% του προαναφερόμενου κατώτατου αριθμού υποθέσεων», ενώ κατά τα λοιπά οι ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής δεν προκαλούν παρατηρήσεις και πρέπει να εγκριθούν.
           5. Επειδή, περαιτέρω, η ρύθμιση της παραγράφου 6 του ίδιου άρθρου, με την οποία ορίσθηκε ότι: «Εάν κατά τη διάρκεια του δικαστικού έτους υπάρξουν υποθέσεις που έχουν προσδιορισθεί καθ’ υπέρβασιν του αριθμού 200 (στις οποίες δεν περιλαμβάνονται οι υποθέσεις του τμήματος διακοπών, οι υποθέσεις προσωρινής δικαστικής προστασίας και αυτές της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου), οι επί πλέον υποθέσεις αυτές αναβαλλόμενες σε δικάσιμο του επόμενου δικαστικού έτους λογίζονται ως πρωτοείσακτες για τον Πρωτοδίκη μόνον υπό την προϋπόθεση ότι έχει διεκπεραιώσει τουλάχιστον 200 υποθέσεις και εξακολουθεί να παραμένει στη δύναμη του τμήματος στο οποίο ήταν ενταγμένος στο προηγούμενο έτος» οδηγεί σε μετατροπή του προβλεπόμενου από τον κανονισμό ελάχιστου αριθμού των 200 υποθέσεων που πρέπει να διεκπεραιώνονται κατ’ έτος από κάθε δικαστή  σε ανώτατο όριο αριθμού υποθέσεων, πέραν του οποίου οι υποθέσεις θα μπορούν να αναβάλλονται για το επόμενο δικαστικό έτος. Η ρύθμιση, επομένως, αυτή δεν εγκρίνεται, διότι μπορεί να οδηγήσει σε αναίρεση της ρυθμίσεως της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου και πρέπει να απαλειφθεί. Επίσης, από την παρ. 7 του άρθρου 2, η οποία αναφέρεται στον υπολογισμό των υποθέσεων σε επιγενόμενη χρέωση σε περίπτωση μη συμμετοχής δικαστή σε μία δικάσιμο για οποιοδήποτε λόγο, καθώς και σε περίπτωση μακράς αναρρωτικής αδείας θα πρέπει να απαλειφθεί η πρόβλεψη ότι οι αναλογούσες στον ασθενήσαντα δικαστή πρωτοείσακτες υποθέσεις θα αφαιρούνται από επιγενόμενη χρέωση του τμήματος σε περίπτωση απουσίας του σε μία δικάσιμο, λόγω αναρρωτικής αδείας που διαρκεί πέραν των 15 ημερών και αποδεικνύεται κατά τον οριζόμενο από τις κείμενες διατάξεις τρόπο, αλλά και η πρόβλεψη του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου αυτής, σύμφωνα με την οποία «Ομοίως, σε περίπτωση μετακίνησης, μετάθεσης, προαγωγής και εν γένει αποχώρησης Πρωτοδίκη δικαστή για οποιονδήποτε λόγο, οι αναλογούσες στον αποχωρούντα δικαστή πρωτοείσακτες υποθέσεις, θα αφαιρούνται από επιγενόμενη χρέωση του τμήματος, εφόσον δεν συμπληρώθηκε η δύναμη του τμήματος από άλλον δικαστή». Ως προς το τελευταίο αυτό σημείο επισημαίνεται ότι η ρύθμιση αυτή  δεν παρίσταται αναγκαία, καθόσον ο Διευθύνων το Δικαστήριο έχει τη δυνατότητα αυξομείωσης του αριθμού των υποθέσεων ανά τμήμα και δικαστή, ώστε με τον τρόπο αυτό να επιτυγχάνεται η ισομερής χρέωση τόσο των δικαστών όσο και των τμημάτων. Κατ’ ακολουθία, η ανωτέρω παράγραφος πρέπει να αντικατασταθεί ως εξής: «Σε περίπτωση μη συμμετοχής δικαστού σε μία δικάσιμο του τμήματός του, για οποιοδήποτε λόγο, ο αριθμός των πρωτοείσακτων υποθέσεων που αναλογούν σ’ αυτόν δεν θα αφαιρείται από επιγενόμενη χρέωση του τμήματος αυτού, αλλά αντίστοιχος αριθμός υποθέσεων θα προσαυξάνει τη χρέωση του δικαστή που απουσίασε σε επόμενη ή επόμενες δικασίμους. Αντίθετα, σε περίπτωση μακράς αναρρωτικής αδείας, εκτεινομένης πέραν της μιας δικασίμου, οι αναλογούσες στον ασθενήσαντα δικαστή πρωτοείσακτες υποθέσεις θα αφαιρούνται από επιγενόμενη χρέωση του τμήματος, εφόσον ο ασθενήσας δικαστής, εξακολουθεί να είναι ενταγμένος στη δύναμή του ή, σε περίπτωση μετακίνησης αυτού, εφόσον δεν συμπληρώθηκε η δύναμη του τμήματος από άλλο δικαστή».
Δ ι ά  τ α ύ τ α
           Εγκρίνει εν μέρει την εισαγόμενη με την απόφαση 1/2015 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κοζάνης τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του δικαστηρίου, κατά το σκεπτικό, και αναπέμπει την απόφαση στο αυτό όργανο προς τροποποίηση και συμπλήρωση.
           Προς πιστοποίηση των ανωτέρω συντάχθηκε το παρόν πρακτικό.
            Ο Πρόεδρος                                                Η Γραμματέας


         Νικ. Σακελλαρίου                                          Μ. Παπασαράντη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου