Τετάρτη 1 Ιουλίου 2015

8/2015 Διοικητικού Πρωτοδικείου Βεροίας



Αριθμός 8/2015
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΣΕ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
__________________

              Σήμερα, στις 31 Μαρτίου 2015, ημέρα Τρίτη και ώρα 16.00 συνήλθε στο κατάστημα του Συμβουλίου της Επικρατείας και στην αίθουσα συνεδριάσεων της Ολομελείας αποτελούμενο από τα μέλη του: Φ. Αρναούτογλου, Αντιπρόεδρο, Προεδρεύοντα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, που είχε κώλυμα, Αθ. Ράντο, Αγγ. Θεοφιλοπούλου, Ειρ. Σαρπ, Αντιπροέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας και τους Συμβούλους Ν. Μαρκουλάκη, Δ. Μαρινάκη, Γ. Παπαγεωργίου, Μ. Καραμανώφ, Μ. Βηλαρά, Αικ. Σακελλαροπούλου, Αικ. Χριστοφορίδου, Δ. Σκαλτσούνη, Μ.-Ελ. Κωνσταντινίδου,  Α.-Γ. Βώρο, Π. Ευστρατίου, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Νίκα, Ι. Γράβαρη, Ε. Αντωνόπουλο, Γ. Τσιμέκα, Σ. Μαρκάτη, Α. Ντέμσια, Σπ. Χρυσικοπούλου,
Ηρ. Τσακόπουλο, Μ. Σταματελάτου, Μ. Παπαδοπούλου, Β. Αραβαντινό,                Δ. Κυριλλόπουλο, Α. Καλογεροπούλου, Ε. Κουσιουρή, Ο. Ζύγουρα,
Β. Ραφτοπούλου, Κ. Φιλοπούλου, Θ. Αραβάνη, Κ. Πισπιρίγκο,
Α. Χλαμπέα, Δ. Μακρή, Τ. Κόμβου, Β. Αναγνωστοπούλου-Σαρρή, Π. Μπραΐμη,
Π. Χαμάκο, Σ. Βιτάλη, Ηλ. Μάζο, Α.-Μ. Παπαδημητρίου, Χρ. Ντουχάνη,
Β. Κίντζιου, Θ. Τζοβαρίδου και Κ. Νικολάου. Τα λοιπά μέλη, αν και προσκλήθηκαν, δεν εμφανίσθηκαν, γιατί είχαν κώλυμα. Παρέστη επίσης η Γραμματέας Μ. Παπασαράντη, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Θέμα της συζητήσεως σύμφωνα με την πρόσκληση του Προέδρου, ήταν η έγκριση της 2/2014 αποφάσεως της Ολομέλειας του Διοικητικού Πρωτοδικείου Βέροιας.
              Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος έδωσε τον λόγο στην εισηγήτρια του θέματος Σύμβουλο Β. Αναγνωστοπούλου-Σαρρή, η οποία ανέφερε τα εξής:
              1. Επειδή, κατά το στοιχ. Α΄ παρ. 1 του άρθρου 17 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1756/1988 (Α΄ 35), όπως ισχύει, «… κάθε δικαστήριο ή εισαγγελία … καταρτίζουν κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας, ο οποίος συμπληρώνεται, τροπο­ποιεί­ται ή αντικαθίσταται, όταν επιβάλλεται από υπηρεσιακές ανάγκες», ενώ, κατά την παρ. 4 του αυτού στοιχείου και άρθρου, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 παρ. 1 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51), «4. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και ο Πρόεδρος του οικείου Συμβουλίου Επιθεώρησης έχουν δικαίωμα να ζητήσουν τη σύνταξη, συμπλήρωση, τροποποίηση ή αντικατάσταση κανονισμού, του οικείου δικαστηρίου και δικαιοδοτικού κλάδου». Τέλος,  κατά την παρ. 7, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51), «7. Οι κανονισμοί και οι τροποποιήσεις τους υποβάλλονται αμέσως στις οικείες ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων, οι οποίες έχουν δικαίωμα συμπλήρωσης, τροποποίησης ή ακύρωσης αυτών, ως προς όλα τα σημεία και ειδικότερα ως προς τον αριθμό των δικασίμων και των υποθέσεων που προσδιορίζονται σε κάθε δικάσιμο. Οι κανονισμοί ισχύουν μόνο μετά την τελική έγκρισή τους από τις ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων και αφού διαβιβαστούν στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Με το 221/12-2-2015 έγγραφο του Υπουργείου Δικαιοσύνης υπεβλήθη στο Συμβούλιο της Επικρατείας η 2/2014 απόφαση της Ολομελείας των Δικαστών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Βεροίας, η οποία εξεδόθη επί του ζητήματος της ανάγκης τροποποιήσεως του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του εν λόγω Δικαστηρίου. Ήδη κατόπιν της από 17-3-2015 προσκλήσεως του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας εισάγεται η ανωτέρω απόφαση στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας.
              2. Επειδή, με την απόφαση αυτή αναβλήθηκε η συζήτηση και η λήψη αποφάσεως επί του ζητήματος της τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων του ισχύοντος, από το έτος 1990, Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Δικαστηρίου και ορίσθηκε νέα ημερομηνία συγκλήσεως της Ολομελείας των Δικαστών του για το ζήτημα αυτό στις 8.5.2015, προκειμένου, όπως αναφέρεται στην εν λόγω απόφαση, να γίνει ενδελεχής έρευνα και προετοιμασία για την κατάρτιση ενός νέου Κανονισμού που να ρυθμίζει τη λειτουργία του Δικαστηρίου κατά τρόπο πλήρη και αποτελεσματικό, ανταποκρινόμενο στις διαμορφωθείσες νέες συνθήκες και τα νέα δεδομένα. Ενόψει αυτού, δεν υφίσταται εν προκειμένω αντικείμενο ελέγχου από το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο, συνεπώς, απέχει από τη λήψη οποιασδήποτε αποφάσεως, επισημαίνοντας πάντως ότι, κατά την ως άνω ημερομηνία, η Ολομέλεια του Διοικητικού Πρωτοδικείου Βεροίας θα πρέπει να επιληφθεί και να αποφανθεί και επί των προτάσεων του 3575/22.10.2014 υπομνήματος της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, οι οποίες, άλλωστε, στοιχούν προς ήδη ληφθείσες αποφάσεις της Διοικητικής Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Διά  ταύτα
              Απέχει από την έκδοση αποφάσεως.
              Για την πιστοποίηση των ανωτέρω συντάσσεται το παρόν πρακτικό.
     Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος                                                    Η Γραμματέας


                Φ. Αρναούτογλου                                                          Μ. Παπασαράντη

6/2015 Διοικητικού Εφετείου Λάρισας.




Αριθμός 6/2015
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΣΕ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
__________________
           Σήμερα, στις 31 Μαρτίου 2015, ημέρα Τρίτη και ώρα 16.00 συνήλθε στο κατάστημα του Συμβουλίου της Επικρατείας και στην αίθουσα συνεδριάσεων της Ολομελείας αποτελούμενο από τα μέλη του: Φ. Αρναούτογλου, Αντιπρόεδρο, Προεδρεύοντα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, που είχε κώλυμα, Αθ. Ράντο, Αγγ. Θεοφιλοπούλου, Ειρ. Σαρπ, Αντιπροέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας και τους Συμβούλους Ν. Μαρκουλάκη, Δ. Μαρινάκη, Μ. Καραμανώφ, Μ. Βηλαρά, Αικ. Σακελλαροπούλου, Αικ. Χριστοφορίδου, Δ. Σκαλτσούνη, Μ.-Ελ. Κωνσταντινίδου, Α.-Γ. Βώρο, Π. Ευστρατίου, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Νίκα, Ι. Γράβαρη, Ε. Αντωνόπουλο, Γ. Τσιμέκα, Σ. Μαρκάτη, Α. Ντέμσια, Σπ. Χρυσικοπούλου, Ηρ. Τσακόπουλο, Μ. Σταματελάτου, Μ. Παπαδοπούλου, Β. Αραβαντινό, Δ. Κυριλλόπουλο, Α. Καλογεροπούλου, Ε. Κουσιουρή, Ο. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Φιλοπούλου, Θ. Αραβάνη, Κ. Πισπιρίγκο, Α. Χλαμπέα, Δ. Μακρή, Τ. Κόμβου, Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή, Π. Μπραΐμη, Π. Χαμάκο, Σ. Βιτάλη, Ηλ. Μάζο, Α.-Μ. Παπαδημητρίου, Χρ. Ντουχάνη, Β. Κίντζιου, Θ. Τζοβαρίδου και Κ. Νικολάου. Τα λοιπά μέλη, αν και προσκλήθηκαν, δεν εμφανίσθηκαν, γιατί είχαν κώλυμα. Παρέστη επίσης η Γραμματέας Μ. Παπασαράντη, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Θέμα της συζητήσεως σύμφωνα με την πρόσκληση του Προέδρου, ήταν η έγκριση της 2/2014 αποφάσεως της Ολομελείας του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας.
          Το Συμβούλιο άκουσε τον εισηγητή της υποθέσεως, Σύμβουλο Επικρατείας, Ε. Κουσιουρή.
Σ κ έ φ θ η κ ε   κ α τ ά   τ ο   Ν ό μ ο
           1. Επειδή, με το 4755/17.12.2014 έγγραφο της Προέδρου που διευθύνει το Διοικητικό Εφετείο Λάρισας υποβλήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας η 2/2014 απόφαση της Ολομελείας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας, με την οποία επιχειρείται η συμπλήρωση και τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του εν λόγω Δικαστηρίου, κατόπιν της 16/2014 αναπεμπτικής απόφασης της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας εν συμβουλίω. Ήδη κατόπιν της από 17.3.2015 πρόσκλησης του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας εισάγεται προς έγκριση η απόφαση αυτή.
           2. Επειδή, κατά το στοιχ. Α΄ παρ. 1 του άρθρου 17 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1756/1988 (Α΄ 35), όπως ισχύει, «… κάθε δικαστήριο ή εισαγγελία … καταρτίζουν κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας, ο οποίος συμπληρώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, όταν επιβάλλεται από υπηρεσιακές ανάγκες», ενώ, κατά την παρ. 4 του αυτού στοιχείου και άρθρου, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 παρ. 1 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51) «4. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και ο Πρόεδρος του οικείου Συμβουλίου Επιθεώρησης έχουν δικαίωμα να ζητήσουν τη σύνταξη, συμπλήρωση, τροποποίηση ή αντικατάσταση κανονισμού, του οικείου δικαστηρίου και δικαιοδοτικού κλάδου». Τέλος, κατά την παρ. 7, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51), «7. Οι κανονισμοί και οι τροποποιήσεις τους υποβάλλονται αμέσως στις οικείες ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων, οι οποίες έχουν δικαίωμα συμπλήρωσης, τροποποίησης ή ακύρωσης αυτών, ως προς όλα τα σημεία και ειδικότερα ως προς τον αριθμό των δικασίμων και των υποθέσεων που προσδιορίζονται σε κάθε δικάσιμο. Οι κανονισμοί ισχύουν μόνο μετά την τελική έγκρισή τους από τις ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων και αφού διαβιβαστούν στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δημοσιεύο­νται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».
           3. Επειδή, όπως έχει ήδη γίνει δεκτό (Πρακτικά 10/2012, 12/2012, 5/2013, 6/2013, 8/2013, 21/2013, 3/2014, 6/2014, 15/2014, 16α/2014 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας σε Συμβούλιο), καθ’ ερμηνεία των διατάξεων που μνημονεύθηκαν στην σκέψη 2, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας σε Συμβούλιο, ελέγχοντας υποβαλλόμενο προς έγκριση κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας τακτικού διοικητικού δικαστηρίου, έχει την αρμοδιότητα, χωρίς να υποκαθίσταται στην κρίση των δικαστών της ολομέλειας του οικείου δικαστηρίου, να ελέγχει κατά πόσο συγκεκριμένες ρυθμίσεις του κανονισμού, και ιδίως αυτές που συνάπτονται με το σκοπό της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας του δικαστηρίου από πλευράς ταχείας διεκπεραιώσεως των εισαγόμενων σ’ αυτό υποθέσεων, εξυπηρετούν τον εν λόγω σκοπό. Όπως επίσης έγινε δεκτό με τις αποφάσεις αυτές, δεν είναι επιτρεπτή, κατά την έννοια των αυτών διατάξεων, η έγκριση νέων κανονισμών δικαστηρίων, που περιέχουν ρυθμίσεις, οι οποίες οδηγούν, αμέσως ή εμμέσως, σε επιβράδυνση του ρυθμού εκδικάσεως των υποθέσεων, η δε Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έχει την αρμοδιότητα να υποδεικνύει την προσθήκη ρυθμίσεων που εξυπηρετούν τον εν λόγω σκοπό. Περαιτέρω, οι διατάξεις αυτές δεν απονέμουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας γνωμοδοτική απλώς αρμοδιότητα. Είτε σε σχέση με τις ευθέως υποβαλλόμενες προς κρίση διατάξεις κανονισμού είτε σε σχέση με άλλες διατάξεις υφισταμένων κανονισμών, για τις οποίες ειδικώς κρίνεται ότι, λόγω συναφείας, το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει αρμοδιότητα διατυπώσεως παρατηρήσεων, οι διατυπούμενες παρατηρήσεις είναι από τη φύση τους δεσμευτικές ως προς την υποδεικνυόμενη κατεύθυνση και το προτεινόμενο βασικό περιεχόμενο των προς θέσπιση ρυθμίσεων ή τροποποιήσεων. Εφ’ όσον δε οι διατυπούμενες παρατηρήσεις έχουν την ως άνω προσδιοριζόμενη δεσμευτικότητα, δεν απαιτείται η διατύπωση στο διατακτικό της σχετικής αποφάσεως ρητής μνείας περί αναπομπής του κανονισμού ούτε απαιτείται, κατ’ αρχήν, να περιληφθεί στο διατακτικό ρήτρα για την τροποποίηση των επισημαινόμενων ρυθμίσεων. Σε περίπτωση, όμως, κατά την οποία η ολομέλεια των δικαστών του οικείου δικαστηρίου αρνείται, εν όλω ή εν μέρει, ρητώς ή σιωπηρώς, να προσαρμόσει τις ρυθμίσεις του κανονισμού στην υποδειχθείσα κατεύθυνση, τότε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, ασκώντας την αρμοδιότητα που ρητώς της παρέχουν οι ανωτέρω διατάξεις, μπορεί ευθέως να προβεί στην αναγκαία τροποποίηση και συμπλήρωση του κανονισμού, με προσθήκη των ενδεικνυομένων ρυθμίσεων. Στην περίπτωση αυτή, η απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας που περιέχει τις ανωτέρω ρυθμίσεις, διαβιβάζεται στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αποτελώντας, πλέον, τον κανονισμό του οικείου δικαστηρίου. Περαιτέρω, όπως επίσης έχει ήδη κριθεί (βλ. Πρακτικό 16α/2014 Ολομέλειας Συμβουλίου της Επικρατείας εν Συμβουλίω), ενόψει των ανωτέρω, που, κατά τα αναφερθέντα, έχουν γίνει ήδη δεκτά, οι ρυθμίσεις ή τροποποιήσεις που υποδεικνύονται με τις αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν μπορούν να αγνοούνται, είτε να μεταβάλλονται από τις ολομέλειες των οικείων δικαστηρίων, ακόμη και με την παράθεση σχετικής προς τούτο αιτιολογίας που θα άνοιγε περαιτέρω διάλογο με το ανώτατο δικαστήριο, τούτο δε ουδόλως αντιβαίνει προς το άρθρο 87 παρ. 1 του Συντάγματος, το οποίο δεν κατοχυρώνει την ανεξαρτησία του κάθε δικαστηρίου. Μειοψήφησαν οι Σύμβουλοι Ι. Γράβαρης και Η. Τσακόπουλος, οι οποίοι διατύπωσαν την ακόλουθη γνώμη: Ρυθμίσεις που αφορούν την ποσότητα και την ταχύτητα στην παροχή δικαστικής εργασίας, παράλληλα με την επιδίωξη του επίκαιρου της απονομής της δικαιοσύνης, είναι αυτονόητο ότι οφείλουν σε κάθε περίπτωση, αφ’ ενός μεν να διασφαλίζουν το ποιοτικό εκείνο επίπεδο που συνιστά την ουσία της δικαιοδοτικής κρίσης, αφ’ ετέρου δε να μην παραγνωρίζουν τις σωματικές και ψυχικές αντοχές των δικαστικών λειτουργών. Κατά την έννοια, επομένως, των πιο πάνω διατάξεων, ερμηνευομένων εν όψει των παραδοχών αυτών,  όταν θεσπίζονται ή τροποποιούνται διατάξεις κανονισμού διοικητικού δικαστηρίου που άπτονται των εν λόγω ζητημάτων, η αρμόδια, κατ’ αρχήν, ολομέλεια του οικείου δικαστηρίου οφείλει να συνεκτιμά όλους τους σχετικούς παράγοντες και να προκρίνει αιτιολογημένα τη ρύθμιση εκείνη που, υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, ικανοποιεί κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα προεκτεθέντα κριτήρια. Εν όψει δε των αυτών κριτηρίων ελέγχεται ακολούθως η ρύθμιση από το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο, κατά τον έλεγχό του αυτό, οφείλει να λαμβάνει υπ’ όψη του τις αιτιολογίες του οικείου διοικητικού δικαστηρίου, καθώς και την κατά το Σύνταγμα λειτουργική ανεξαρτησία των δικαστών που το συγκροτούν.
           4. Επειδή, με το 2079/14.5.2014 έγγραφο του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας είχε υποβληθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας προς έγκριση, δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων, η απόφαση 1/2014 της Ολομελείας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας, με την οποία επιχειρείτo η τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του εν λόγω Δικαστηρίου (Πρακτικό 4/2011 της Ολομελείας των Δικαστών του Διοικητικού αυτού Εφετείου – Β΄ 407/2012, όπως ήδη ίσχυε μετά την τροποποίησή του από το Πρακτικό 2/2013 της αυτής Ολομελείας και την αντίστοιχη έγκριση 7/2014 από τη Διοικητική Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας – Β΄ 862/2014, διόρθ. σφαλμ. Β΄ 1217/2014). Mε την 16/2014 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας εν συμβουλίω ενεκρίθη μεν με παρατηρήσεις η τροποποίηση του κατά τα ως άνω Κανονισμού (σύσταση γραφείου νομολογίας), παρατηρήθηκε, όμως, ότι απαιτείται η περαιτέρω τροποποίηση του υφιστάμενου Κανονισμού, ήτοι ότι η Ολομέλεια του ως άνω Εφετείου έπρεπε να επιληφθεί και αποφανθεί και επί των παρατηρήσεων και προτάσεων, οι οποίες διατυπώνονται στο ως άνω 2862/8.9.2014 εγκαίρως υποβληθέν υπόμνημα της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, οι οποίες άλλωστε κρίθηκε ότι στοιχούν προς ήδη ληφθείσες αποφάσεις της Διοικητικής Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, επί σκοπώ εντάξεως αυτών στον Κανονισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του εν λόγω Διοικητικού Εφετείου. Οι προταθείσες ρυθμίσεις αφορούσαν: α) τον ανά μήνα προσδιορισμό ελαχίστου αριθμού υποθέσεων ανά δικαστή και τη συνακόλουθη χρέωση αυτού, β) τον αριθμό των υποθέσεων των δικασίμων των θερινών διακοπών ανά δικαστή, γ) τον προσδιορισμό επί πλέον υποθέσεων ανά δικαστή το μήνα σε επείγουσες περιπτώσεις (άρθρο 15 παρ. 7 περ. β΄, υποπερίπτωση δδ, σε συνδυασμό με τη διάταξη της περιπτώσεως γ΄ της ίδιας παραγράφου, του ΚΟΔΚΔΛ), δ) τον καθ’ υπέρβαση προσδιορισμό όμοιων υποθέσεων, ε) την αναβολή υποθέσεων λόγω αποχής δικηγόρων ή για αντίστοιχες αιτίες και τη δυνατότητα ορισμού εμβολίμων δικασίμων, στ) τον υπολογισμό των υποθέσεων σε επιγενόμενη χρέωση σε περίπτωση μη συμμετοχής δικαστή σε μία δικάσιμο και ζ) την εκδίκαση αιτήσεων αναστολής και αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων κατά το χρόνο λειτουργίας των τμημάτων διακοπών. 
           5. Επειδή, εν προκειμένω, με την υπό έγκριση 2/2014 απόφασή της, η Ολομέλεια του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας, σε συνέχεια προς την ως άνω 16/2014 αναπεμπτική απόφαση της Ολομέλειας εν Συμβουλίω του Συμβουλίου της Επικρατείας ενέκρινε την τροποποίηση του Κανονισμού εν όλω ως προς τις προταθείσες ρυθμίσεις υπό στοιχεία δ), στ) και ζ) του 2862/8.9.2014 εγγράφου της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, εντάσσοντας, με την υπό έγκριση απόφαση στον Κανονισμό αυτούσιες τις σχετικές με το ποσοστό προσαύξησης της κατώτατης χρέωσης σε περιπτώσεις υποθέσεων ομοίων ζητημάτων ή ζητημάτων αμετακλήτως επιλυθέντων, με τον υπολογισμό των υποθέσεων σε επιγενόμενη χρέωση σε περίπτωση μη συμμετοχής δικαστή σε μία δικάσιμο, και με την εκδίκαση αιτήσεων αναστολής και αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων κατά το χρόνο λειτουργίας των τμημάτων διακοπών ρυθμίσεις, οι οποίες δεν προκαλούν παρατηρήσεις και πρέπει να εγκριθούν. Tις λοιπές όμως υποδειχθείσες ρυθμίσεις δεν περιέλαβε στην επιχειρούμενη τροποποίηση του Κανονισμού του ανωτέρω Δικαστηρίου. Συνεπώς, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, ασκώντας την αρμοδιότητα που ρητώς της παρέχουν οι αναφερόμενες στη σκέψη 2 διατάξεις, ευθέως προβαίνει στην αναγκαία τροποποίηση και συμπλήρωση του κανονισμού, με προσθήκη των ενδεικνυομένων ρυθμίσεων. Επομένως, η επιχειρούμενη τροποποίηση του Κανονισμού αυτού πρέπει να εγκριθεί με τις εξής διαγραφές, αντικαταστάσεις και συμπληρώσεις: α) Στο άρθρο 4 παρ. 2 περ. α του Κανονισμού ορίζεται ότι: «Σε κάθε Τμήμα θα προσδιορίζονται προς εκδίκαση για κάθε τακτική δικάσιμο, υποθέσεις ανάλογα με τον αριθμό των υπηρετούντων εφετών. Ο αριθμός των υποθέσεων κάθε δικασίμου (Μονομελούς και Τριμελούς συνθέσεως) ορίζεται σε τουλάχιστον 11 υποθέσεις, ανά δικαστή το μήνα (ήτοι σε 120 ετησίως, περιλαμβανομένων και εκείνων του τμήματος θερινών διακοπών). Σε αυτές συνυπολογίζονται οι αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων του ν. 3886/2010, οι αιτήσεις συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις αποφάσεις των διοικητικών δικαστηρίων (ν. 3068/2002), οι αιτήσεις για δίκαιη ικανοποίηση των διαδίκων (ν. 4055/2012) και κατά το ήμισυ οι υποθέσεις που εξετάζονται κατά τη διαδικασία των άρθρων 126 Α του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και 34 Α του πδ 18/1989, όχι όμως οι λοιπές αιτήσεις προσωρινής δικαστικής προστασίας και οι αιτήσεις διορθώσεως ή ερμηνείας αποφάσεων». β) Η φράση «Η χρέωση στους Δικαστές του Τμήματος πρέπει να είναι ισομερής και ισοβαρής» διαγράφεται ως αποτελούσα πλεονασμό (ΣτΕ Ολομ. εν Συμβ. 21/2013), και αναριθμούνται οι περιπτώσεις του άρθρου 4 παρ. 2 του Κανονισμού. γ) Διαγράφεται επίσης το δεύτερο εδάφιο της περ. γ της παρ. 2 του άρθρου 4, ήτοι «Σε περίπτωση, που η αποχή των δικηγόρων υπερβεί τους δύο μήνες, οι αναβληθείσες υποθέσεις θεωρούνται πρωτοείσακτες». δ) Η περίπτωση α της παρ. 3 του άρθρου 4 τροποποιείται και αντικαθίσταται στη φράση «… καθ’ υπέρβαση των 10 υποθέσεων ανά δικαστή το μήνα και σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το 20% …» ο αριθμός 10 με τον αριθμό 11 ως εξής: «… καθ’ υπέρβαση των 11 υποθέσεων ανά δικαστή το μήνα και σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το 20% …». ε) Στο άρθρο 6 παρ. 1 περ. β εδάφιο δεύτερο του Κανονισμού ορίζεται ότι: «… Ο αριθμός των υποθέσεων των δικασίμων των θερινών διακοπών, ορίζεται σε τουλάχιστον 10 υποθέσεις ανά δικαστή».   
Δ ι ά      τ α ύ τ α
           Εγκρίνει  την εισαγόμενη με την 2/2014 απόφαση της Ολομελείας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Δικαστηρίου με τις εξής διορθώσεις και συμπληρώσεις στις προτεινόμενες με την απόφαση αυτή ρυθμίσεις:
α) Στο άρθρο 4 παρ. 2 περ. α του Κανονισμού ορίζεται ότι: «Σε κάθε Τμήμα θα προσδιορίζονται προς εκδίκαση για κάθε τακτική δικάσιμο, υποθέσεις ανάλογα με τον αριθμό των υπηρετούντων εφετών. Ο αριθμός των υποθέσεων κάθε δικασίμου (Μονομελούς και Τριμελούς συνθέσεως) ορίζεται σε τουλάχιστον 11 υποθέσεις, ανά δικαστή το μήνα. Σε αυτές συνυπολογίζονται οι αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων του ν. 3886/2010, οι αιτήσεις συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις αποφάσεις των διοικητικών δικαστηρίων (ν. 3068/2002), οι αιτήσεις για δίκαιη ικανοποίηση των διαδίκων (ν. 4055/2012) και κατά το ήμισυ οι υποθέσεις που εξετάζονται κατά τη διαδικασία των άρθρων 126 Α του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και 34 Α του πδ 18/1989, όχι όμως οι λοιπές αιτήσεις προσωρινής δικαστικής προστασίας και οι αιτήσεις διορθώσεως ή ερμηνείας αποφάσεων». β) Η φράση «Η χρέωση στους Δικαστές του Τμήματος πρέπει να είναι ισομερής και ισοβαρής» διαγράφεται ως αποτελούσα πλεονασμό (ΣτΕ Ολομ. εν Συμβ. 21/2013), και αναριθμούνται οι περιπτώσεις του άρθρου 4 παρ. 2 του Κανονισμού. γ) Διαγράφεται επίσης το δεύτερο εδάφιο της περ. γ της παρ. 2 του άρθρου 4, ήτοι «Σε περίπτωση, που η αποχή των δικηγόρων υπερβεί τους δύο μήνες, οι αναβληθείσες υποθέσεις θεωρούνται πρωτοείσακτες». δ) Η περίπτωση α της παρ. 3 του άρθρου 4 τροποποιείται και αντικαθίσταται στη φράση «… καθ’ υπέρβαση των 10 υποθέσεων ανά δικαστή το μήνα και σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το 20% …» ο αριθμός 10 με τον αριθμό 11 ως εξής: «… καθ’ υπέρβαση των 11 υποθέσεων ανά δικαστή το μήνα και σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το 20% …». ε) Στο άρθρο 6 παρ. 1 περ. β εδάφιο δεύτερο του Κανονισμού ορίζεται ότι: «… Ο αριθμός των υποθέσεων των δικασίμων των θερινών διακοπών, πλέον εκείνου των τακτικών δικασίμων, ορίζεται σε τουλάχιστον 10 υποθέσεις ανά δικαστή».
           Για την πιστοποίηση των ανωτέρω συντάσσεται το παρόν πρακτικό.
Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος                                Η Γραμματέας


        Φ. Αρναούτογλου                                         Μ. Παπασαράντη

5/2015 Διοικητικού Πρωτοδικείου Χανίων



Αριθμός 5/2015
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΣΕ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
__________________
           Σήμερα, στις 31 Μαρτίου 2015, ημέρα Τρίτη και ώρα 16.00 συνήλθε στο κατάστημα του Συμβουλίου της Επικρατείας και στην αίθουσα συνεδριάσεων της Ολομελείας αποτελούμενο από τα μέλη του: Φ. Αρναούτογλου, Αντιπρόεδρο, Προεδρεύοντα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, που είχε κώλυμα, Αθ. Ράντο, Αγγ. Θεοφιλοπούλου, Ειρ. Σαρπ, Αντιπροέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας και τους Συμβούλους Ν. Μαρκουλάκη, Δ. Μαρινάκη, Γ. Παπαγεωργίου, Μ. Καραμανώφ, Μ. Βηλαρά, Αικ. Σακελλαροπούλου, Αικ. Χριστοφορίδου, Δ. Σκαλτσούνη, Μ. - Ελ. Κωνσταντινίδου, Α. - Γ. Βώρο, Π. Ευστρατίου, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Νίκα, Ι. Γράβαρη, Ε. Αντωνόπουλο, Γ. Τσιμέκα, Σ. Μαρκάτη, Α. Ντέμσια, Σπ. Χρυσικοπούλου, Η. Τσακόπουλο, Μ. Σταματελάτου, Μ. Παπαδοπούλου, Β. Αραβαντινό, Δ. Κυριλλόπουλο, Α. Καλογεροπούλου, Ε. Κουσιουρή, Ο. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Φιλοπούλου, Θ. Αραβάνη, Κ. Πισπιρίγκο, Α. Χλαμπέα, Δ. Μακρή, Τ. Κόμβου, Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή, Π. Μπραΐμη, Π. Χαμάκο, Σ. Βιτάλη, Ηλ. Μάζο, Α. - Μ. Παπαδημητρίου, Χρ. Ντουχάνη, Β. Κίντζιου, Θ. Τζοβαρίδου και Κ. Νικολάου. Τα λοιπά μέλη, αν και προσκλήθηκαν, δεν εμφανίσθηκαν, γιατί είχαν κώλυμα. Παρέστη επίσης η Γραμματέας Μ. Παπασαράντη, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Θέμα της συζητήσεως σύμφωνα με την πρόσκληση του Προέδρου, ήταν η έγκριση της 3/2014 αποφάσεως και του 1/2014 πρακτικού της Ολομελείας του Διοικητικού Πρωτοδικείου Χανίων, περί τροποποιήσεως του κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας.
         Το Συμβούλιο άκουσε τον Εισηγητή της υποθέσεως, Σύμβουλο Επικρατείας, Ε. Κουσιουρή.
Σ κ έ φ θ η κ ε   κ α τ ά   τ ο   Ν ό μ ο
           1. Επειδή, με το 2556/22.12.2014 έγγραφο του Διοικητικού Πρωτοδικείου Χανίων υποβλήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας προς έγκριση η απόφαση 3/2014 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Χανίων, με την οποία επιχειρείται η τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του εν λόγω Δικαστηρίου. Ήδη κατόπιν της από 17.3.2015 πρόσκλησης του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας εισάγεται προς έγκριση η απόφαση αυτή.
           2. Επειδή, κατά το στοιχ. Α΄ παρ. 1 του άρθρου 17 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1756/1988 (Α΄ 35), όπως ισχύει, «… κάθε δικαστήριο ή εισαγγελία … καταρτίζουν κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας, ο οποίος συμπληρώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, όταν επιβάλλεται από υπηρεσιακές ανάγκες», ενώ, κατά την παρ. 4 του αυτού στοιχείου και άρθρου, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 παρ. 1 του ν. 4055/2012, Α΄ 51) «4. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και ο Πρόεδρος του οικείου Συμβουλίου Επιθεώρησης έχουν δικαίωμα να ζητήσουν τη σύνταξη, συμπλήρωση, τροποποίηση ή αντικατάσταση κανονισμού, του οικείου δικαστηρίου και δικαιοδοτικού κλάδου». Τέλος, κατά την παρ. 7, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51), «7. Οι κανονισμοί και οι τροποποιήσεις τους υποβάλλονται αμέσως στις οικείες ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων, οι οποίες έχουν δικαίωμα συμπλήρωσης, τροποποίησης ή ακύρωσης αυτών, ως προς όλα τα σημεία και ειδικότερα ως προς τον αριθμό των δικασίμων και των υποθέσεων που προσδιορίζονται σε κάθε δικάσιμο. Οι κανονισμοί ισχύουν μόνο μετά την τελική έγκρισή τους από τις ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων και αφού διαβιβαστούν στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».
           3. Επειδή, με το 2556/22.12.2014 έγγραφο του Διοικητικού Πρωτοδικείου Χανίων υποβλήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας προς έγκριση, δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων, η απόφαση 3/2014 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Χανίων, με την οποία επιχειρείται η τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του εν λόγω Δικαστηρίου, ως ήδη αυτός ισχύει μετά την 2/2011 απόφαση της Ολομελείας του αυτού Πρωτοδικείου (83568/2011 απόφαση Γενικού Γραμματέα Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων – Β΄ 2450/2011). Η υποβαλλόμενη τροποποίηση, η οποία αφορά αποκλειστικώς στο άρθρο 2 του Κανονισμού «Αριθμός δικασίμων και υποθέσεων κατά δικάσιμο και δικαστή - Ημέρες και ώρες συνεδριάσεως», κρίθηκε αναγκαία κατόπιν της διάταξης του άρθρου 39 του ν. 4274/2014 (Α΄ 147), με την οποία καταργήθηκε η μεταβατική έδρα Ρεθύμνου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Χανίων, και εν όψει «… της ανάγκης αύξησης του αριθμού των κατ’ έτος ανατιθέμενων στους Δικαστές του Δικαστηρίου υποθέσεων και ρύθμισης λοιπών λεπτομερειών σχετικών με τη χρέωσή τους …», ελήφθησαν δε υπόψη οι υποδειχθείσες τροποποιήσεις με το 3585/22.10.2014 έγγραφο της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων.
           4. Επειδή, όπως έχει γίνει δεκτό (Πρακτικά 10/2012, 12/2012, 5/2013, 6/2013, 8/2013, 21/2013, 3/2014, 6/2014, 15/2014, 16α/2014 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας σε Συμβούλιο),καθ’ ερμηνεία των διατάξεων που μνημονεύθηκαν στην σκέψη 2, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας σε Συμβούλιο, ελέγχοντας υποβαλλόμενο προς έγκριση κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας τακτικού διοικητικού δικαστηρίου ή τροποποίηση αυτού, έχει την αρμοδιότητα, χωρίς να υποκαθίσταται στην κρίση των δικαστών της ολομέλειας του οικείου δικαστηρίου, να ελέγχει κατά πόσο συγκεκριμένες ρυθμίσεις του κανονισμού, και ιδίως αυτές που συνάπτονται με το σκοπό της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας του δικαστηρίου από πλευράς ταχείας διεκπεραίωσης των εισαγόμενων σ’ αυτό υποθέσεων, εξυπηρετούν τον εν λόγω σκοπό, και να υποδεικνύει την προσθήκη σχετικών ρυθμίσεων. Εξάλλου, οι ανωτέρω διατάξεις δεν απονέμουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας γνωμοδοτική απλώς αρμοδιότητα. Είτε σε σχέση με τις ευθέως υποβαλλόμενες προς κρίση διατάξεις κανονισμού είτε σε σχέση με άλλες διατάξεις υφισταμένων κανονισμών, για τις οποίες ειδικώς κρίνεται ότι, λόγω συναφείας, το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει αρμοδιότητα διατύπωσης παρατηρήσεων, οι δε διατυπούμενες παρατηρήσεις είναι από τη φύση τους δεσμευτικές ως προς την υποδεικνυόμενη κατεύθυνση και το προτεινόμενο βασικό περιεχόμενο των προς θέσπιση ρυθμίσεων ή τροποποιήσεων. Περαιτέρω, κατά την έννοια των αυτών διατάξεων, δεν είναι επιτρεπτή η αντικατάσταση ή τροποποίηση θεσπισμένων ήδη κανονισμών δικαστηρίων, με την εισαγωγή ρυθμίσεων, που οδηγούν, αμέσως ή εμμέσως, σε επιβράδυνση του ρυθμού εκδίκασης των υποθέσεων. Κατ’ ακολουθίαν, δεν πρέπει να εισάγονται ρυθμίσεις με αντικείμενο την μείωση του αριθμού δικασίμων ή του αριθμού των υποθέσεων οι οποίες προσδιορίζονται σε κάθε δικάσιμο, καθώς και εκείνων, τις οποίες χρεώνεται κάθε δικαστής. Αντιθέτως, ενδείκνυται, έστω και προσωρινά, μέχρι τον ουσιώδη περιορισμό της εκκρεμότητας κάθε δικαστηρίου, η αύξηση των ανωτέρω αριθμών. Μειοψήφησαν οι Σύμβουλοι Ι. Γράβαρης και Η. Τσακόπουλος, οι οποίοι διατύπωσαν την ακόλουθη γνώμη: Ρυθμίσεις που αφορούν την ποσότητα και την ταχύτητα στην παροχή δικαστικής εργασίας, παράλληλα με την επιδίωξη του επίκαιρου της απονομής της δικαιοσύνης, είναι αυτονόητο ότι οφείλουν σε κάθε περίπτωση, αφ’ ενός μεν να διασφαλίζουν το ποιοτικό εκείνο επίπεδο που συνιστά την ουσία της δικαιοδοτικής κρίσης, αφ’ ετέρου δε να μην παραγνωρίζουν τις σωματικές και ψυχικές αντοχές των δικαστικών λειτουργών. Κατά την έννοια, επομένως, των πιο πάνω διατάξεων, ερμηνευομένων εν όψει των παραδοχών αυτών, όταν θεσπίζονται ή τροποποιούνται διατάξεις κανονισμού διοικητικού δικαστηρίου που άπτονται των εν λόγω ζητημάτων, η αρμόδια, κατ’ αρχήν, ολομέλεια του οικείου δικαστηρίου οφείλει να συνεκτιμά όλους τους σχετικούς παράγοντες και να προκρίνει αιτιολογημένα τη ρύθμιση εκείνη που, υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, ικανοποιεί κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα προεκτεθέντα κριτήρια. Εν όψει δε των αυτών κριτηρίων ελέγχεται ακολούθως η ρύθμιση από το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο, κατά τον έλεγχό του αυτό, οφείλει να λαμβάνει υπ’ όψη του τις αιτιολογίες του οικείου διοικητικού δικαστηρίου, καθώς και την κατά το Σύνταγμα λειτουργική ανεξαρτησία των δικαστών που το συγκροτούν.
           5. Επειδή, εν προκειμένω, οι επιχειρούμενες με την υπό έγκριση 3/2014 απόφαση της Ολομέλειας του Διοικητικού Πρωτοδικείου Χανίων ρυθμίσεις στο άρθρο 2 παρ. 1, 2 και 9 του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του εν λόγω Δικαστηρίου, ως προς τα Τμήματα συνεδριάσεων και του αντικειμένου αυτών, ως προς τον αριθμό των δικασίμων (δέκα τακτικές δικάσιμοι κατά τη διάρκεια του δικαστικού έτους για έκαστο εκ των δύο Τμημάτων του Δικαστηρίου και επιπλέον μία δικάσιμος εκάστου Τμήματος κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών, πλην του μηνός Αυγούστου) και τις ημέρες και ώρες συνεδριάσεων δεν προκαλούν παρατηρήσεις και πρέπει να εγκριθούν. Ομοίως, η πρόβλεψη των περιπτώσεων αποχής δικηγόρων και απεργίας των υπαλλήλων δεν προκαλεί παρατήρηση και πρέπει να εγκριθεί (άρθρο 2 παρ. 6 προτεινόμενης τροποποίησης). Αντιθέτως, η προτεινόμενη με την παρ. 3 του άρθρου 2 του Κανονισμού ρύθμιση ως προς τον αριθμό των ανατιθεμένων σε κάθε δικαστή υποθέσεων (180), δεν εγκρίνεται, κατά τα εκτεθέντα ανωτέρω στη σκέψη 4. Ως προς το σημείο αυτό ενδείκνυται η τροποποίηση του Κανονισμού, με την εισαγωγή ρύθμισης που να διασφαλίζει ότι εφεξής ο προσδιορισμός των υποθέσεων ανά δικάσιμο και η συνακόλουθη χρέωση των δικαστών θα γίνεται κατά τρόπο ώστε η ανά Πρωτοδίκη χρέωση να μην είναι κατώτερη από τις 210 υποθέσεις ετησίως, συνυπολογιζομένων, κατά την πρόταση, των αποφάσεων επί αιτήσεων συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις αποφάσεις των διοικητικών δικαστηρίων (ν. 3068/2002) και των αιτήσεων για δίκαιη ικανοποίηση, όχι, όμως, και των αιτήσεων διόρθωσης ή ερμηνείας. Αν η ολομέλεια του πρωτοδικείου επιθυμεί να τροποποιήσει την πρότασή της περί μη συνυπολογισμού υποθέσεων που αφορούν «ένδικα βοηθήματα ή μέσα προφανώς αβάσιμα ή απαράδεκτα», την οποία φαίνεται να συνδέει με την κατά τα ανωτέρω μη εγκριθείσα ρύθμισή της ως προς τον αριθμό των ανατιθεμένων σε κάθε δικαστή υποθέσεων, επισημαίνεται ότι οι υποθέσεις εν συμβουλίω κατά τη διαδικασία των άρθρων 126Α του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και 34Α του π.δ. 18/1989 θα πρέπει να συνυπολογίζονται μόνον κατά το ήμισυ, κατ’ αποδοχή της ρύθμισης που προτείνεται με το 3585/22.10.2014 έγγραφο της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων και έχει ήδη γίνει δεκτή επί ελέγχου έτερων Κανονισμών (βλ. ενδ. Πρακτικό Ολομέλειας εν Συμβ. ΣτΕ 21/2013 επί του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κέρκυρας). Οι αιτήσεις προσωρινής προστασίας, ενόψει του μεγάλου ετήσιου αριθμού εισαγωγής τους (256 το έτος 2014), θα συνυπολογίζονται μόνον κατά το ήμισυ, κατά μερική αποδοχή της ρύθμισης που προτείνεται με το ως άνω έγγραφο της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων (να μη συνυπολογίζονται). Περαιτέρω, πρέπει να ορισθεί ότι η μηνιαία χρέωση ανά Πρωτοδίκη ανέρχεται σε τουλάχιστον είκοσι (20) υποθέσεις, ενώ σε κάθε Πρωτοδίκη ανατίθενται τουλάχιστον 10 υποθέσεις κατά τη δικάσιμο των τμημάτων των δικαστικών διακοπών. Σε συμφωνία και προς το άρθρο 15 παρ. 7 περ β΄ υποπερ. δδ΄ ΚΟΔΚΔΛ εγκρίνεται η ρύθμιση σε σχέση με τον καθ’ υπέρβαση των 210 υποθέσεων προσδιορισμό κατά 20% σε επείγουσες περιπτώσεις (άρθρο 2 παρ. 3 προτεινόμενης τροποποίησης). Η πρόβλεψη  του άρθρου 2 παρ. 5 περί του ότι στον αριθμό υποθέσεων που ανατίθενται κατά μήνα σε κάθε δικαστή να περιλαμβάνονται και οι εισαγόμενες έπειτα από προδικαστική απόφαση προς συμπλήρωση των αποδείξεων γίνεται δεκτή υπό την προϋπόθεση ότι η υπόθεση χρεώνεται μετά την έκδοση της προδικαστικής απόφασης σε έτερο εισηγητή, εφόσον ο αρχικός εισηγητής της υπόθεσης δεν υπηρετεί πλέον στο Δικαστήριο (βλ. και άρθρο 2 παρ. 8 προτεινόμενης τροποποίησης) ή στο αρμόδιο Τμήμα. Επισημαίνεται, τέλος, ότι, σε συνέχεια των ανωτέρω παρατηρήσεων της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας που οφείλει να συμπεριλάβει το Διοικητικό Πρωτοδικείο Χανίων στον Κανονισμό του, πρέπει επιπλέον να περιληφθούν στον υπό έγκριση Κανονισμό οι ρυθμίσεις που προτείνονται στο ανωτέρω 3585/22.10.2014 έγγραφο της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, οι σχετικές με α) τον καθ’ υπέρβαση προσδιορισμό ομοίων υποθέσεων ή υποθέσεων με ζητήματα επιλυθέντα αμετακλήτως και β) τον υπολογισμό των υποθέσεων σε επιγενόμενη χρέωση σε περίπτωση μη συμμετοχής δικαστή σε μία δικάσιμο του τμήματός του για οποιοδήποτε λόγο. Ειδικώς, ως προς το υπό β΄ ζήτημα, η προτεινόμενη στον υπό έγκριση Κανονισμό διάκριση ανάλογα με το αν ο δικαστής λαμβάνει αναρρωτική άδεια λόγω ασθενείας δεν εγκρίνεται, αφενός για λόγους ενιαίας αντιμετώπισης του ζητήματος μεταξύ των διοικητικών δικαστηρίων (πρβλ. Πρακτικό Ολομέλειας ΣτΕ εν Συμβ. 5/2013), αφετέρου διότι σκοπός της εν λόγω διάταξης είναι, σε περίπτωση όλως βραχυχρόνιας αδυναμίας άσκησης καθηκόντων για οποιοδήποτε λόγο, τούτο να μη συνεπάγεται την κατ’ έτος μείωση των προς ανάθεση υποθέσεων ανά δικαστή. Μειοψήφησαν οι Σύμβουλοι Ι. Γράβαρης και Η. Τσακόπουλος, οι οποίοι, σύμφωνα με τη γνώμη που διατύπωσαν στην προηγούμενη σκέψη, εκτιμούν ότι και οι προτεινόμενες ως άνω ρυθμίσεις θα έπρεπε να εγκριθούν στο σύνολό τους. Διότι, με την κρινόμενη απόφαση της Ολομέλειας των δικαστών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Χανίων αιτιολογείται και τεκμηριώνεται πλήρως ότι οι ρυθμίσεις αυτές, εν όψει των ειδικών συνθηκών του συγκεκριμένου δικαστηρίου, συνδυάζουν με τον ενδεδειγμένο, κατά τ’ ανωτέρω, τρόπο τις ποσοτικές και ποιοτικές παραμέτρους για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία του δικαστηρίου αυτού.
Δ ι ά  τ α ύ τ α
           Εγκρίνει την εισαγόμενη με την απόφαση 3/2014 της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Χανίων τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του δικαστηρίου κατά το σκεπτικό και αναπέμπει την απόφαση στο αυτό δικαστήριο προς τροποποίηση και συμπλήρωση.
           Για την πιστοποίηση των ανωτέρω συντάσσεται το παρόν πρακτικό.
Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος                                Η Γραμματέας


        Φ. Αρναούτογλου                                         Μ. Παπασαράντη