Τετάρτη 1 Ιουλίου 2015

6/2015 Διοικητικού Εφετείου Λάρισας.




Αριθμός 6/2015
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΣΕ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
__________________
           Σήμερα, στις 31 Μαρτίου 2015, ημέρα Τρίτη και ώρα 16.00 συνήλθε στο κατάστημα του Συμβουλίου της Επικρατείας και στην αίθουσα συνεδριάσεων της Ολομελείας αποτελούμενο από τα μέλη του: Φ. Αρναούτογλου, Αντιπρόεδρο, Προεδρεύοντα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, που είχε κώλυμα, Αθ. Ράντο, Αγγ. Θεοφιλοπούλου, Ειρ. Σαρπ, Αντιπροέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας και τους Συμβούλους Ν. Μαρκουλάκη, Δ. Μαρινάκη, Μ. Καραμανώφ, Μ. Βηλαρά, Αικ. Σακελλαροπούλου, Αικ. Χριστοφορίδου, Δ. Σκαλτσούνη, Μ.-Ελ. Κωνσταντινίδου, Α.-Γ. Βώρο, Π. Ευστρατίου, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Νίκα, Ι. Γράβαρη, Ε. Αντωνόπουλο, Γ. Τσιμέκα, Σ. Μαρκάτη, Α. Ντέμσια, Σπ. Χρυσικοπούλου, Ηρ. Τσακόπουλο, Μ. Σταματελάτου, Μ. Παπαδοπούλου, Β. Αραβαντινό, Δ. Κυριλλόπουλο, Α. Καλογεροπούλου, Ε. Κουσιουρή, Ο. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Φιλοπούλου, Θ. Αραβάνη, Κ. Πισπιρίγκο, Α. Χλαμπέα, Δ. Μακρή, Τ. Κόμβου, Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή, Π. Μπραΐμη, Π. Χαμάκο, Σ. Βιτάλη, Ηλ. Μάζο, Α.-Μ. Παπαδημητρίου, Χρ. Ντουχάνη, Β. Κίντζιου, Θ. Τζοβαρίδου και Κ. Νικολάου. Τα λοιπά μέλη, αν και προσκλήθηκαν, δεν εμφανίσθηκαν, γιατί είχαν κώλυμα. Παρέστη επίσης η Γραμματέας Μ. Παπασαράντη, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Θέμα της συζητήσεως σύμφωνα με την πρόσκληση του Προέδρου, ήταν η έγκριση της 2/2014 αποφάσεως της Ολομελείας του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας.
          Το Συμβούλιο άκουσε τον εισηγητή της υποθέσεως, Σύμβουλο Επικρατείας, Ε. Κουσιουρή.
Σ κ έ φ θ η κ ε   κ α τ ά   τ ο   Ν ό μ ο
           1. Επειδή, με το 4755/17.12.2014 έγγραφο της Προέδρου που διευθύνει το Διοικητικό Εφετείο Λάρισας υποβλήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας η 2/2014 απόφαση της Ολομελείας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας, με την οποία επιχειρείται η συμπλήρωση και τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του εν λόγω Δικαστηρίου, κατόπιν της 16/2014 αναπεμπτικής απόφασης της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας εν συμβουλίω. Ήδη κατόπιν της από 17.3.2015 πρόσκλησης του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας εισάγεται προς έγκριση η απόφαση αυτή.
           2. Επειδή, κατά το στοιχ. Α΄ παρ. 1 του άρθρου 17 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1756/1988 (Α΄ 35), όπως ισχύει, «… κάθε δικαστήριο ή εισαγγελία … καταρτίζουν κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας, ο οποίος συμπληρώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, όταν επιβάλλεται από υπηρεσιακές ανάγκες», ενώ, κατά την παρ. 4 του αυτού στοιχείου και άρθρου, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 παρ. 1 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51) «4. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και ο Πρόεδρος του οικείου Συμβουλίου Επιθεώρησης έχουν δικαίωμα να ζητήσουν τη σύνταξη, συμπλήρωση, τροποποίηση ή αντικατάσταση κανονισμού, του οικείου δικαστηρίου και δικαιοδοτικού κλάδου». Τέλος, κατά την παρ. 7, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51), «7. Οι κανονισμοί και οι τροποποιήσεις τους υποβάλλονται αμέσως στις οικείες ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων, οι οποίες έχουν δικαίωμα συμπλήρωσης, τροποποίησης ή ακύρωσης αυτών, ως προς όλα τα σημεία και ειδικότερα ως προς τον αριθμό των δικασίμων και των υποθέσεων που προσδιορίζονται σε κάθε δικάσιμο. Οι κανονισμοί ισχύουν μόνο μετά την τελική έγκρισή τους από τις ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων και αφού διαβιβαστούν στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δημοσιεύο­νται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».
           3. Επειδή, όπως έχει ήδη γίνει δεκτό (Πρακτικά 10/2012, 12/2012, 5/2013, 6/2013, 8/2013, 21/2013, 3/2014, 6/2014, 15/2014, 16α/2014 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας σε Συμβούλιο), καθ’ ερμηνεία των διατάξεων που μνημονεύθηκαν στην σκέψη 2, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας σε Συμβούλιο, ελέγχοντας υποβαλλόμενο προς έγκριση κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας τακτικού διοικητικού δικαστηρίου, έχει την αρμοδιότητα, χωρίς να υποκαθίσταται στην κρίση των δικαστών της ολομέλειας του οικείου δικαστηρίου, να ελέγχει κατά πόσο συγκεκριμένες ρυθμίσεις του κανονισμού, και ιδίως αυτές που συνάπτονται με το σκοπό της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας του δικαστηρίου από πλευράς ταχείας διεκπεραιώσεως των εισαγόμενων σ’ αυτό υποθέσεων, εξυπηρετούν τον εν λόγω σκοπό. Όπως επίσης έγινε δεκτό με τις αποφάσεις αυτές, δεν είναι επιτρεπτή, κατά την έννοια των αυτών διατάξεων, η έγκριση νέων κανονισμών δικαστηρίων, που περιέχουν ρυθμίσεις, οι οποίες οδηγούν, αμέσως ή εμμέσως, σε επιβράδυνση του ρυθμού εκδικάσεως των υποθέσεων, η δε Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έχει την αρμοδιότητα να υποδεικνύει την προσθήκη ρυθμίσεων που εξυπηρετούν τον εν λόγω σκοπό. Περαιτέρω, οι διατάξεις αυτές δεν απονέμουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας γνωμοδοτική απλώς αρμοδιότητα. Είτε σε σχέση με τις ευθέως υποβαλλόμενες προς κρίση διατάξεις κανονισμού είτε σε σχέση με άλλες διατάξεις υφισταμένων κανονισμών, για τις οποίες ειδικώς κρίνεται ότι, λόγω συναφείας, το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει αρμοδιότητα διατυπώσεως παρατηρήσεων, οι διατυπούμενες παρατηρήσεις είναι από τη φύση τους δεσμευτικές ως προς την υποδεικνυόμενη κατεύθυνση και το προτεινόμενο βασικό περιεχόμενο των προς θέσπιση ρυθμίσεων ή τροποποιήσεων. Εφ’ όσον δε οι διατυπούμενες παρατηρήσεις έχουν την ως άνω προσδιοριζόμενη δεσμευτικότητα, δεν απαιτείται η διατύπωση στο διατακτικό της σχετικής αποφάσεως ρητής μνείας περί αναπομπής του κανονισμού ούτε απαιτείται, κατ’ αρχήν, να περιληφθεί στο διατακτικό ρήτρα για την τροποποίηση των επισημαινόμενων ρυθμίσεων. Σε περίπτωση, όμως, κατά την οποία η ολομέλεια των δικαστών του οικείου δικαστηρίου αρνείται, εν όλω ή εν μέρει, ρητώς ή σιωπηρώς, να προσαρμόσει τις ρυθμίσεις του κανονισμού στην υποδειχθείσα κατεύθυνση, τότε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, ασκώντας την αρμοδιότητα που ρητώς της παρέχουν οι ανωτέρω διατάξεις, μπορεί ευθέως να προβεί στην αναγκαία τροποποίηση και συμπλήρωση του κανονισμού, με προσθήκη των ενδεικνυομένων ρυθμίσεων. Στην περίπτωση αυτή, η απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας που περιέχει τις ανωτέρω ρυθμίσεις, διαβιβάζεται στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αποτελώντας, πλέον, τον κανονισμό του οικείου δικαστηρίου. Περαιτέρω, όπως επίσης έχει ήδη κριθεί (βλ. Πρακτικό 16α/2014 Ολομέλειας Συμβουλίου της Επικρατείας εν Συμβουλίω), ενόψει των ανωτέρω, που, κατά τα αναφερθέντα, έχουν γίνει ήδη δεκτά, οι ρυθμίσεις ή τροποποιήσεις που υποδεικνύονται με τις αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν μπορούν να αγνοούνται, είτε να μεταβάλλονται από τις ολομέλειες των οικείων δικαστηρίων, ακόμη και με την παράθεση σχετικής προς τούτο αιτιολογίας που θα άνοιγε περαιτέρω διάλογο με το ανώτατο δικαστήριο, τούτο δε ουδόλως αντιβαίνει προς το άρθρο 87 παρ. 1 του Συντάγματος, το οποίο δεν κατοχυρώνει την ανεξαρτησία του κάθε δικαστηρίου. Μειοψήφησαν οι Σύμβουλοι Ι. Γράβαρης και Η. Τσακόπουλος, οι οποίοι διατύπωσαν την ακόλουθη γνώμη: Ρυθμίσεις που αφορούν την ποσότητα και την ταχύτητα στην παροχή δικαστικής εργασίας, παράλληλα με την επιδίωξη του επίκαιρου της απονομής της δικαιοσύνης, είναι αυτονόητο ότι οφείλουν σε κάθε περίπτωση, αφ’ ενός μεν να διασφαλίζουν το ποιοτικό εκείνο επίπεδο που συνιστά την ουσία της δικαιοδοτικής κρίσης, αφ’ ετέρου δε να μην παραγνωρίζουν τις σωματικές και ψυχικές αντοχές των δικαστικών λειτουργών. Κατά την έννοια, επομένως, των πιο πάνω διατάξεων, ερμηνευομένων εν όψει των παραδοχών αυτών,  όταν θεσπίζονται ή τροποποιούνται διατάξεις κανονισμού διοικητικού δικαστηρίου που άπτονται των εν λόγω ζητημάτων, η αρμόδια, κατ’ αρχήν, ολομέλεια του οικείου δικαστηρίου οφείλει να συνεκτιμά όλους τους σχετικούς παράγοντες και να προκρίνει αιτιολογημένα τη ρύθμιση εκείνη που, υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, ικανοποιεί κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα προεκτεθέντα κριτήρια. Εν όψει δε των αυτών κριτηρίων ελέγχεται ακολούθως η ρύθμιση από το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο, κατά τον έλεγχό του αυτό, οφείλει να λαμβάνει υπ’ όψη του τις αιτιολογίες του οικείου διοικητικού δικαστηρίου, καθώς και την κατά το Σύνταγμα λειτουργική ανεξαρτησία των δικαστών που το συγκροτούν.
           4. Επειδή, με το 2079/14.5.2014 έγγραφο του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας είχε υποβληθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας προς έγκριση, δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων, η απόφαση 1/2014 της Ολομελείας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας, με την οποία επιχειρείτo η τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του εν λόγω Δικαστηρίου (Πρακτικό 4/2011 της Ολομελείας των Δικαστών του Διοικητικού αυτού Εφετείου – Β΄ 407/2012, όπως ήδη ίσχυε μετά την τροποποίησή του από το Πρακτικό 2/2013 της αυτής Ολομελείας και την αντίστοιχη έγκριση 7/2014 από τη Διοικητική Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας – Β΄ 862/2014, διόρθ. σφαλμ. Β΄ 1217/2014). Mε την 16/2014 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας εν συμβουλίω ενεκρίθη μεν με παρατηρήσεις η τροποποίηση του κατά τα ως άνω Κανονισμού (σύσταση γραφείου νομολογίας), παρατηρήθηκε, όμως, ότι απαιτείται η περαιτέρω τροποποίηση του υφιστάμενου Κανονισμού, ήτοι ότι η Ολομέλεια του ως άνω Εφετείου έπρεπε να επιληφθεί και αποφανθεί και επί των παρατηρήσεων και προτάσεων, οι οποίες διατυπώνονται στο ως άνω 2862/8.9.2014 εγκαίρως υποβληθέν υπόμνημα της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, οι οποίες άλλωστε κρίθηκε ότι στοιχούν προς ήδη ληφθείσες αποφάσεις της Διοικητικής Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, επί σκοπώ εντάξεως αυτών στον Κανονισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του εν λόγω Διοικητικού Εφετείου. Οι προταθείσες ρυθμίσεις αφορούσαν: α) τον ανά μήνα προσδιορισμό ελαχίστου αριθμού υποθέσεων ανά δικαστή και τη συνακόλουθη χρέωση αυτού, β) τον αριθμό των υποθέσεων των δικασίμων των θερινών διακοπών ανά δικαστή, γ) τον προσδιορισμό επί πλέον υποθέσεων ανά δικαστή το μήνα σε επείγουσες περιπτώσεις (άρθρο 15 παρ. 7 περ. β΄, υποπερίπτωση δδ, σε συνδυασμό με τη διάταξη της περιπτώσεως γ΄ της ίδιας παραγράφου, του ΚΟΔΚΔΛ), δ) τον καθ’ υπέρβαση προσδιορισμό όμοιων υποθέσεων, ε) την αναβολή υποθέσεων λόγω αποχής δικηγόρων ή για αντίστοιχες αιτίες και τη δυνατότητα ορισμού εμβολίμων δικασίμων, στ) τον υπολογισμό των υποθέσεων σε επιγενόμενη χρέωση σε περίπτωση μη συμμετοχής δικαστή σε μία δικάσιμο και ζ) την εκδίκαση αιτήσεων αναστολής και αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων κατά το χρόνο λειτουργίας των τμημάτων διακοπών. 
           5. Επειδή, εν προκειμένω, με την υπό έγκριση 2/2014 απόφασή της, η Ολομέλεια του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας, σε συνέχεια προς την ως άνω 16/2014 αναπεμπτική απόφαση της Ολομέλειας εν Συμβουλίω του Συμβουλίου της Επικρατείας ενέκρινε την τροποποίηση του Κανονισμού εν όλω ως προς τις προταθείσες ρυθμίσεις υπό στοιχεία δ), στ) και ζ) του 2862/8.9.2014 εγγράφου της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, εντάσσοντας, με την υπό έγκριση απόφαση στον Κανονισμό αυτούσιες τις σχετικές με το ποσοστό προσαύξησης της κατώτατης χρέωσης σε περιπτώσεις υποθέσεων ομοίων ζητημάτων ή ζητημάτων αμετακλήτως επιλυθέντων, με τον υπολογισμό των υποθέσεων σε επιγενόμενη χρέωση σε περίπτωση μη συμμετοχής δικαστή σε μία δικάσιμο, και με την εκδίκαση αιτήσεων αναστολής και αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων κατά το χρόνο λειτουργίας των τμημάτων διακοπών ρυθμίσεις, οι οποίες δεν προκαλούν παρατηρήσεις και πρέπει να εγκριθούν. Tις λοιπές όμως υποδειχθείσες ρυθμίσεις δεν περιέλαβε στην επιχειρούμενη τροποποίηση του Κανονισμού του ανωτέρω Δικαστηρίου. Συνεπώς, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, ασκώντας την αρμοδιότητα που ρητώς της παρέχουν οι αναφερόμενες στη σκέψη 2 διατάξεις, ευθέως προβαίνει στην αναγκαία τροποποίηση και συμπλήρωση του κανονισμού, με προσθήκη των ενδεικνυομένων ρυθμίσεων. Επομένως, η επιχειρούμενη τροποποίηση του Κανονισμού αυτού πρέπει να εγκριθεί με τις εξής διαγραφές, αντικαταστάσεις και συμπληρώσεις: α) Στο άρθρο 4 παρ. 2 περ. α του Κανονισμού ορίζεται ότι: «Σε κάθε Τμήμα θα προσδιορίζονται προς εκδίκαση για κάθε τακτική δικάσιμο, υποθέσεις ανάλογα με τον αριθμό των υπηρετούντων εφετών. Ο αριθμός των υποθέσεων κάθε δικασίμου (Μονομελούς και Τριμελούς συνθέσεως) ορίζεται σε τουλάχιστον 11 υποθέσεις, ανά δικαστή το μήνα (ήτοι σε 120 ετησίως, περιλαμβανομένων και εκείνων του τμήματος θερινών διακοπών). Σε αυτές συνυπολογίζονται οι αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων του ν. 3886/2010, οι αιτήσεις συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις αποφάσεις των διοικητικών δικαστηρίων (ν. 3068/2002), οι αιτήσεις για δίκαιη ικανοποίηση των διαδίκων (ν. 4055/2012) και κατά το ήμισυ οι υποθέσεις που εξετάζονται κατά τη διαδικασία των άρθρων 126 Α του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και 34 Α του πδ 18/1989, όχι όμως οι λοιπές αιτήσεις προσωρινής δικαστικής προστασίας και οι αιτήσεις διορθώσεως ή ερμηνείας αποφάσεων». β) Η φράση «Η χρέωση στους Δικαστές του Τμήματος πρέπει να είναι ισομερής και ισοβαρής» διαγράφεται ως αποτελούσα πλεονασμό (ΣτΕ Ολομ. εν Συμβ. 21/2013), και αναριθμούνται οι περιπτώσεις του άρθρου 4 παρ. 2 του Κανονισμού. γ) Διαγράφεται επίσης το δεύτερο εδάφιο της περ. γ της παρ. 2 του άρθρου 4, ήτοι «Σε περίπτωση, που η αποχή των δικηγόρων υπερβεί τους δύο μήνες, οι αναβληθείσες υποθέσεις θεωρούνται πρωτοείσακτες». δ) Η περίπτωση α της παρ. 3 του άρθρου 4 τροποποιείται και αντικαθίσταται στη φράση «… καθ’ υπέρβαση των 10 υποθέσεων ανά δικαστή το μήνα και σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το 20% …» ο αριθμός 10 με τον αριθμό 11 ως εξής: «… καθ’ υπέρβαση των 11 υποθέσεων ανά δικαστή το μήνα και σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το 20% …». ε) Στο άρθρο 6 παρ. 1 περ. β εδάφιο δεύτερο του Κανονισμού ορίζεται ότι: «… Ο αριθμός των υποθέσεων των δικασίμων των θερινών διακοπών, ορίζεται σε τουλάχιστον 10 υποθέσεις ανά δικαστή».   
Δ ι ά      τ α ύ τ α
           Εγκρίνει  την εισαγόμενη με την 2/2014 απόφαση της Ολομελείας των Δικαστών του Διοικητικού Εφετείου Λάρισας τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Δικαστηρίου με τις εξής διορθώσεις και συμπληρώσεις στις προτεινόμενες με την απόφαση αυτή ρυθμίσεις:
α) Στο άρθρο 4 παρ. 2 περ. α του Κανονισμού ορίζεται ότι: «Σε κάθε Τμήμα θα προσδιορίζονται προς εκδίκαση για κάθε τακτική δικάσιμο, υποθέσεις ανάλογα με τον αριθμό των υπηρετούντων εφετών. Ο αριθμός των υποθέσεων κάθε δικασίμου (Μονομελούς και Τριμελούς συνθέσεως) ορίζεται σε τουλάχιστον 11 υποθέσεις, ανά δικαστή το μήνα. Σε αυτές συνυπολογίζονται οι αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων του ν. 3886/2010, οι αιτήσεις συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις αποφάσεις των διοικητικών δικαστηρίων (ν. 3068/2002), οι αιτήσεις για δίκαιη ικανοποίηση των διαδίκων (ν. 4055/2012) και κατά το ήμισυ οι υποθέσεις που εξετάζονται κατά τη διαδικασία των άρθρων 126 Α του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και 34 Α του πδ 18/1989, όχι όμως οι λοιπές αιτήσεις προσωρινής δικαστικής προστασίας και οι αιτήσεις διορθώσεως ή ερμηνείας αποφάσεων». β) Η φράση «Η χρέωση στους Δικαστές του Τμήματος πρέπει να είναι ισομερής και ισοβαρής» διαγράφεται ως αποτελούσα πλεονασμό (ΣτΕ Ολομ. εν Συμβ. 21/2013), και αναριθμούνται οι περιπτώσεις του άρθρου 4 παρ. 2 του Κανονισμού. γ) Διαγράφεται επίσης το δεύτερο εδάφιο της περ. γ της παρ. 2 του άρθρου 4, ήτοι «Σε περίπτωση, που η αποχή των δικηγόρων υπερβεί τους δύο μήνες, οι αναβληθείσες υποθέσεις θεωρούνται πρωτοείσακτες». δ) Η περίπτωση α της παρ. 3 του άρθρου 4 τροποποιείται και αντικαθίσταται στη φράση «… καθ’ υπέρβαση των 10 υποθέσεων ανά δικαστή το μήνα και σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το 20% …» ο αριθμός 10 με τον αριθμό 11 ως εξής: «… καθ’ υπέρβαση των 11 υποθέσεων ανά δικαστή το μήνα και σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το 20% …». ε) Στο άρθρο 6 παρ. 1 περ. β εδάφιο δεύτερο του Κανονισμού ορίζεται ότι: «… Ο αριθμός των υποθέσεων των δικασίμων των θερινών διακοπών, πλέον εκείνου των τακτικών δικασίμων, ορίζεται σε τουλάχιστον 10 υποθέσεις ανά δικαστή».
           Για την πιστοποίηση των ανωτέρω συντάσσεται το παρόν πρακτικό.
Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος                                Η Γραμματέας


        Φ. Αρναούτογλου                                         Μ. Παπασαράντη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου